Wednesday, July 30, 2014

PITCH BLACK [2000] - Μέρος 2ον



Το εκπληκτικό με την εισαγωγή της ταινίας - συγκεκριμένα η κλιμάκωση της πρόσκρουσης - είναι πως, σε μια εποχή που τα ψηφιακά εφέ βρωμάν και ζέχνουν, ο David Twohy δεν επιλέγει την ευκολία. Για την ακρίβεια, ΑΚΟΜΑ ΚΙ ΑΝ έχει χρησιμοποιήσει ψηφιακά εφέ, δεν έχει καμία απολύτως σημασία, αφού θα μπορούσε εξίσου όμορφα να επιτύχει το ίδιο, εκπληκτικό αποτέλεσμα ΧΩΡΙΣ αυτά (πχ. ξερω-γώ, με χρήση κατάλληλων φακών, φίλτρων, φαντασίας κ.τ.λ) !!! Εδώ έγκειται και η τιτάνια μαγκιά του!! Γιατί ο άνθρωπος έχει, πρωτίστως, στο μυαλό του ένα όραμα κι όχι απλά τη διεκπεραίωση μιας ακόμα σκηνής. Αλλά να χρησιμοποιήσεις υπολογιστή για τεχνική ευκολία και όχι για καλλιτεχνική ευκολία, είναι δύο εντελώς ξεχωριστά ζητήματα και, συχνά, αντικρουόμενα.

Το μοντάζ της πρόσκρουσης είναι απίστευτης καλλιτεχνικής αρτιότητας. Σε αφήνει άφωνο, χωρίς ΟΥΤΕ ΕΝΑ φτηνό ή πρόχειρο κόλπο. Η εναλλαγή των πλάνων κλιμακώνεται με αριστοτεχνικό τρόπο: πλάνα όλο και μικρότερης διάρκειας, σε συνεχείς και βίαιες μεταβάσεις. Σχεδόν καθόλου επικεντρωμένα στην ψηφιακή τεχνολογία, αλλά περισσότερο στην κλασική κινηματογραφική τέχνη (δηλαδή, ΤΕΧΝΗ!): γκροπλάν προσώπων, ίριδες που συσπώνται βίαια, κινήσεις πανικού, σπασμωδικές, αλλοιωμένες προοπτικές. Όλα αυτά πλαισιωμένα μοναδικά, από χοντροκομμένους, μεταλλικούς μηχανισμούς και μοχλούς hard-core, που παραπέμπουν περισσότερο στη βία μιας βιομηχανικής κατασκευής ή μιας τριαξονικής νταλίκας, παρά στις εξευγενισμένες λείες επιφάνειες, γεμάτες λαμπάκια, ενός παστρικού, φρεσκο-σφουγγαρισμένου σκάφους Star-Trek. Αριστείο και στα ηχητικά: το ρήμα "ξερνώ" έχει την τιμητική του, καθώς οι ήχοι σχεδόν ξερνώνται, από το μεταλλικό χάος. Ατσαλένιοι μοχλοί και γυμνές σιδερο-λαβές κατεβαίνουν ξερά-κοφτά, με ωμότητα. Η λαμαρίνες σκορπίζουν δεξιά κι αριστερά κρότους αιφνίδιους και σκληρούς, η βία σχεδόν φτύνεται και στάζει από παντού. Ανατριχιαστικοί τριγμοί και συριγμοί από μέταλλα που, οριακά, δε λένε να αποκολληθούν μεταξύ τους, τριβές ύλης, εκκωφαντικός βόμβος από κινητήρες, ο οποίος μια σωπαίνει και μια ξεσπά, στυγνά και διακεκομμένα, με την εναλλαγή και το θέμα των πλάνων. Εντελώς heavy metal!

Κι εκεί, όπου η ταινία ΓΑΜΑΕΙ για μία ακόμη φορά κι ο σκηνοθέτης αποφεύγει με μαγευτικό τρόπο - υποκλίνομαι - τους υφάλους τις ευκολίας: κανείς μας ποτέ δε θα δει την παραμικρή πρόσκρουση άμεσα!! Παιδιά μιλάμε για ΤΕΧΝΗ!! Θα δει, όμως, με τον πιο σκαιό και απογυμνωμένο τρόπο τις συνέπειες, μέσα απ' το σκάφος: τζάμια να σπάνε πάνω στα κορμιά των πρωταγωνιστών, σώματα να εκτοξεύονται ανάμεσα στις καταπονημένες λαμαρίνες, τοιχώματα να αποκολλούνται, αποκαλύπτοντας έξω και πίσω την αφιλόξενη, βραχώδη επιφάνεια να φεύγει με ταχύτητα στο βάθος κι όλα ετούτα μέσα σε ένα καταιγισμό μεταλλικών αντικειμένων, που αναπηδούν από παντού και χάνονται στο διάβα. Για να μη μιλήσουμε, για τα εμβόλιμα πλάνα όσων βρίσκονται ακόμα στους θαλάμους στάσης, των οποίων η ανυποψίαστη σταθερότητα των χαρακτηριστικών, έρχεται σε απόλυτη αντίθεση με τη λαίλαπα του θανάτου, που τους περιβάλλει, επιτείνοντας την ένταση με ευφυία και μαεστρία.

Θα μπορούσαμε να δούμε μια ψηφιακά στημένη προσεδάφιση, με πολλά gigabytes σπαταλημένα σε 3D animation και δεν ξέρω 'γω τι άλλο, παρατημένα στα χέρια προγραμματιστών. Αντ' αυτού, ο καλλιτέχνης αντιστέκεται! Φορτώνει όλη την ευθύνη στους ώμους του, χρησιμοποιώντας τα γνήσια υλικά της κινηματογράφησης: το φως, τον ήχο, το μοντάζ, το ανθρώπινο δυναμικό του! Μας τιμάει προσφέροντάς μας όχι την πορνογραφική ευκολία ενός χάσκοντος, νωτισμένου αιδοίου, αλλά την ένταση μιας καύλας, που χτίζεται στην αναμονή, το σκίρτημα και την εντύπωση. Με άλλα λόγια, "απαιτεί" από το θεατή να συμμετάσχει, προκαλεί τη ματιά όχι να δεχτεί την εικόνα χτισμένη, αλλά να χτίσει η ίδια πάνω της. Υψηλή τέχνη, που δυστυχώς περνάει στα ψιλά, καθόσον μια ταινία Επιστημονικ. Φαντασ. εξακολουθεί να υποτιμάται σε σχέση με άλλα, συμβατικότερα είδη, όπως πχ. εκείνης της δακρύβρεχτης ανίας, που σαρώσε τα Όσκαρ, αναπαράγοντας τα ίδια και τα ίδια κλισέ, δίχως να προσφέρει ούτε μια νέα ματιά στο χιλιοτριμμένο σεναριακό κουρέλι, περί ρατσισμού. Μιλώ, φυσικά, για το "Δώδεκα χρόνια σκλάβος" (2013). Μια ταινία, με τόσο άμυλο, που συναγωνίζεται τις πατάτες Νάξου. Όπου ο χρόνος θέασης και τα χρόνια της σκλαβιάς, δίνουν την εντύπωση ότι κυλούν σε μια, ένα-προς-ένα, αντιστοιχία.

Σας ευχαριστώ, αν μας αντέξατε, εμένα και τη μαλακία μου. Μην ξεχάσετε να δείτε την ταινία. Τουλάχιστον, την εισαγωγή. Τουλάχιστον, σκεφτείτε το. Τουλάχιστον, χέστηκα. Χαιρετίσματα.

No comments:

Post a Comment