Monday, June 15, 2020

Κίτρινα και άλλα μούρα [ Μέρος Δεύτερο ]

Λοιπόν, για να μην υπάρχει παρεξήγηση, εγώ δεν είπα στιγμή ότι διαφωνώ (μήτε όμως πως συμφωνώ) με την ουσία του πράματος που καταθέτει ο καλός Άρης. Εννοείται πως θεωρώ το Χόλιγουντ ικανό κι υπεύθυνο για ένα σωρό -ισμούς, αλλά νομίζω υπάρχουν πολύ βαθύτερα, ύπουλα και ισχυρότερα  επιχειρήματα από το χρώμα των φίλτρων και άλλα ευτράπελα. Τούτο, βέβαια, δεν είναι διαφωνία, είναι μονάχα μια ελάχιστη παρατήρηση. Εκεί που διαφωνώ είναι κυρίως σ' αυτό: όχι απλώς αντιγράφει έτοιμη θεματολογία από το διαδίκτυο (κάτι που δεν είναι απαραίτητα κολάσιμο, αφού δεν τα παραδέχεται όλα τούτα για δικά του), μα το κάνει με τρόπο σκανδαλωδώς του ποδαριού, δίχως να παρεμβάλλει διόλου την προσωπική του κρίση κι ικανότητα, που θεωρώ πως μάλλον έχει. Κάμει βεβαίως μια δυο-περίτεχνες ντρίμπλες για το πόσο πολύπλοκο είναι το ζήτημα και τα σχετικά, μα τούτα είναι όπως είπαμε και νωρίτερα του κώλου τα εννιάμερα. Αν είναι όντως τόσο σύνθετο το ζήτημα, τότε παράτα το ρε φίλε, μην το κάνεις καθόλου ή ασ' το γι' άλλη μέρα! Ξεκίνα καταρχάς, αν μπορείς, μια διεξοδικότερη μελέτη του φαινομένου, μη γίνεις και ρεζίλι, και συμπύκνωσε αργότερα τα συμπεράσματά σου, παστρικά και όμορφα, στο δωδεκάλεπτο κήρυγμα του Infowar. Κι αν υπάρχει καμιά φορά η ανάγκη, κόψε στη μέση και το γαμημένο το τραγούδι - δεν τρέχει τίποτα - μήπως κερδίσουμε κι εμείς οι ακροατές κανένα δίλεπτο ουσιαστικού προβληματισμού, παρά να κοιτάμε το ρολόι μας. Μην κάνεις όμως τ' ανάποδο, ρε φίλε! Όχι πρώτα τα ετοιματζίδικα από το διαδίκτυο κι έπειτα όποιος γουστάρει ας το ψάξει. Αυτή είναι η δουλειά του δημοσιογράφου; να προδικάζει και να προοικονομεί με ένα μέτρο και σταθμό ή να ξετρυπώνει και να εκθέτει όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία; Μια δουλειά είχε να κάνει ο Χατζηστεφάνου και την ευτελίζει τόσο, ώστε θέτει προς αμφισβήτηση όχι μόνο την εγκυρότητα αυτών που ξεμπροστιάζει και τα οποία πιθανόν έχουνε βάση, μα πολύ περισσότερο κι αυτήν την (υποτιθέμενη) δημοσιογραφική αντικειμενικότητα (ποια;). Τόσο πρόχειρα, δηλαδή, αντιμετωπίζει το ζήτημα ο λεγάμενος και δίχως την παραμικρή διάθεση διασταύρωσης ή φαντασίας ή κινηματογραφικής τριβής ή καλλιέργειας, ώστε τίθεται σαφές ζήτημα προκατάληψης, όπως θα δούμε παρακάτω. Θα μου πεις, βέβαια, πόση διασταύρωση πια να χωρέσει μέσα σε 12 λεπτά; Ε ναι, αληθές και τούτο. Πάμε να δούμε, ωστόσο, μερικές εναλλακτικές ερμηνείες. Εντάξει Χατζηστεφάνου, σ' ακούσαμε. Σειρά μας τώρα.

Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, απ' το αμφιλεγόμενο «Extraction», όπου συμβαίνει πράγματι αυτό ακριβώς που περιγράφει ο Χατζηστεφάνου: καλός λευκός μισθοφόρος σώζει το παιδί, κερδίζει το κορίτσι, τέλος της υπόθεσης. Δεν έχει σημασία βέβαια που δεν υπάρχει κορίτσι και στο τέλος ο λευκός πεθαίνει, σιγά μην κάτσει τώρα, ολόκληρος Χατζηστεφάνου, να παρακολουθήσει την ταινία που θα της ασκήσει κριτική! Τέλος πάντων, προτού καταλήξουμε στην πολιτικά πρόσφορη για εκμετάλλευση θέση περί ρατσισμού, θα πρέπει προηγουμένως να εξετάσουμε αν υπάρχουν κι άλλες προσεγγίσεις, εξίσου καλοστεκούμενες κι απείρως απλούστερες και τούτο θα επιχειρηθεί σε όλα τα επόμενα ζητήματα. Να είμαι όμως ξεκάθαρος: δε λέω πως δεν υπάρχουν αμέτρητοι έμμεσοι λόγοι οι οποίοι ωθούν μια ταινία να είναι «ελαφρώς ρατιστική» ή ακόμη και βαρέως, το ενάντιο μάλιστα! Λέω ωστόσο πως όταν αυτό συμβαίνει, συμβαίνει συνήθως (όχι όμως πάντα) όχι γιατί είναι άμεση πρόθεση της ίδιας της ταινίας, αλλά για δύο πολύ φτηνότερους λόγους. Πρώτον, γιατί καταφεύγει σε ήδη δοκιμασμένα κλισέ τα οποία έχουν επιβληθεί έμμεσα ή άμεσα από μια κοινωνία ήδη ρατσιστική και δεύτερον γιατί δημιουργεί νέα κλισέ με τη δική της συμβολή στην επανάληψη. Οπότε το κλισέ από το ρατσισμό είναι ένα βήμα υπόθεση, αν υπάρχει κακή πρόθεση ή νιονιό κουκούτσι. Πίσω στην ταινία μας, ωστόσο, και σ' ότι αφορά το λευκό πρωταγωνιστή, θα μπορούσαν πρόχειρα να ειπωθούν πολλά. Για παράδειγμα, σε μια ταινία που δεν επιθυμεί να κάνει τέχνη, αλλά περισσότερο να πλασαριστεί καλά σ' ένα box office και μάλιστα συγκεκριμένου τύπου δυτικού-αστικού κοινού, τι πιο ευνόητο για έναν παραγωγό απ' την επιλογή ατόμων που μονοπωλούνται στα box office των τελευταίων χρόνων; Μπορούμε, φυσικά, να συζητήσουμε γιατί το box office μονοπωλείται από λευκούς αντιπροσώπους (αν είναι όντως έτσι), αλλά δεν μπορούμε να κατηγορήσουμε στα σοβαρά μια ευτελή ταινία γιατί δε σηκώνει την πολιτική στους ώμους της, επιλέγοντας κόντρα στα κριτήρια της εποχής. Ο Chris Hemsworth μετά από δεκάδες συμμετοχές στα πρώτα νούμερα, με Thor, Avengers και της Παναγιάς τα μάτια, νομίζω είναι μια τίμια επιλογή όχι γιατί είναι λευκός, παρά γιατί είναι δημοφιλής. Επαναλαμβάνω: είναι άλλη συζήτηση αν είναι δημοφιλής ως λευκός κι ακόμη γιατί η Marvel κυριαρχείται από χλωμά πρόσωπα. Αλλά δεν είναι του παρόντος.

Στη συνέχεια, ο ακριβοδίκαιος Άρης ο οποίος δεν ικανοποιείται ούτε απ' τη λευκότητα μα ούτε κι απ' τις αποχρώσεις της μουστάρδας και χρειάζεται να του κάνουμε δώρο το χρωματολόγιο της Βιβεχρώμ, τσαμπουνάει και την παρακάτω τερατολογία, η οποία απευθύνεται είτε σε πολύ ηλίθιους. είτε σε πολύ προσχολικούς. Λέει, λοιπόν, πως μόνον αφού η/το Netflix αποφάσισε να προσφέρει συνοδευτικό υλικό πάνω στην ταινία, του τύπου «behind the scenes» και τα σχετικά, μόνον τότε, ισχυρίζεται ο Άρης μας:

« όλοι συνειδητοποίησαν κάτι που είχαν δει αλλά δεν είχαν προσέξει. Όλες οι σκηνές που έχουν γυριστεί στο Μπαγκλαντές έχουν καλυφθεί μ' ένα βαρύ, κίτρινο φίλτρο. Ο ουρανός είναι βρώμικος, σε χρώμα μουστάρδας, και τα πρόσωπα των πρωταγωνιστών καφέ μέχρι αηδίας. Βλέποντας όμως ακριβώς τις ίδες σκηνές πίσω από τις κάμερες, χωρίς τα φίλτρα, συνειδητοποιούσες ότι ο ουρανός (και) ένα όμορφο μπλε χρώμα και το Μπαγκλαντές δεν ήταν ένας μουντός σκουπιδότοπος, αλλά ένα πολύχρωμο πανηγύρι. »

Τώρα, έχω δύο βασικές παρατηρήσεις (αλλά μάλλον παρακάτω ξεχνώ πια είναι η δεύτερη). Θα πρέπει να 'ναι κανείς εντελώς τυφλός, αχρωμάτωψ ή δυσχρωμάτωψ για να μην το 'χει προσέξει τούτο, ήδη, από την πρώτη θέαση της ταινίας κι έπρεπε να περιμένει το ντοκιμαντέρ για να το συνειδητοποιήσει! Τα φίλτρα στη συγκεκριμένα ταινία είναι τόσο επιθετικά, εξτραβαγκάν κι εξαποδώ, ώστε δε θυμάμαι αντίστοιχό τους αλλού και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό - με εξαίρεση ίσως τις γραφικές αμμοθύελλες του Arrakis. Ο Χατζηστεφάνου πρέπει μάλλον να θεωρεί όλους εμάς τους υπόλοιπους, των οποίων τα επώνυμα δε λήγουν σε -στεφάνου, παντελώς ηλίθιους και χάπατα. Μέχρι κι αυτός ή αυτή που δεν έχουν βγει σπιθαμή από το σπίτι τους, να πούμε ως το απέναντι πεζοδρόμιο, παρά χαζεύουν τον κόσμο από το χαζοκούτι, ακόμα κι αυτοί γνωρίζουν άριστα πως καμία πραγματικότητα, οσοδήποτε εξωτική, δε μπορεί να μοιάζει στη δυστοπική ατμόσφαιρα ετούτης της ταινίας. Σ' ετούτες τις προσλήψεις οι θεατές της εποχής μας έχουν εκπαιδευτεί από πολύ νωρίς και ξέρουν πολύ καλά, ωστόσο ασυνείδητα, να διαχωρίζουν τη γλώσσα των καθομιλούμενων εικόνων από τη γλώσσα του κινηματογράφου, η οποία ακολουθεί τους δικούς της γραμματικούς κανόνες και το συντακτικό. Η παρεξήγηση τούτη γίνεται όχι μόνο γιατί υπάρχει πολιτική προκατάληψη απ' τη μεριά μερικών-μερικών, σύμφωνα με τους οποίους τα πάντα πρέπει να σφάζονται και να μαχαιρώνονται από τ' αριστερό χασαπομάχαιρο, μα επιπλέον και γιατί νομίζουμε πως ο άνθρωπος σχηματίζει την εντύπωση του κόσμου μόνον από ή κυρίως από τις ταινίες κι όχι από χίλιες-δυο μεριές. Παίζει, φυσικά, το ρόλο του κι ο σινεμάς, συμπληρωματικά όμως κι όχι καθοριστικά. Το ευτράπελο είναι πως κι αυτός ο ίδιος ο Χατζηστεφάνου - όχι το παιδί από κακή διάθεση - δεν καταφέρνει ν' αποδράσει τελικά απ' τα ρατσιστικά κλισέ: άμα το Μπαγκλαντές δεν είναι ο μουντός σκουπιδότοπος του Sam Hargrave, τότε δε μπορεί παρά να 'ναι το πολύχρωμο πανηγύρι που διάβαζε κάποτε ο μικρός Άρης στα παραμύθια του Αλλαδδίνου. Μας είναι αδιάφορο αν στο ντοκιμαντέρ των γυρισμάτων βλέπουμε την απλότητα ενός ακόμη φυσιολογικού τόπου. Κι έτσι επιστρέφουμε για μία ακόμη φορά, κυκλοτερώς, στην τυπική εικόνα του λευκού μπούλη, ο οποίος έχει καταχωρίσει τις εξωτικές αυτές συντεταγμένες στην κατηγορία «γραφικό μωσαϊκό» και «πολύχρωμος τουρισμός». Το Μπαγκλαντές δε μπορεί να 'ναι ένας απλός τόπος όπου περνούν οι ανθρώποι τη ζωή τους, με το δικό του ιδιαίτερο χρώμα και τα προβλήματα. Ή σκουπιδότοπος για να κυλιέται στη σκόνη ο Χρηστάκης, αμολώντας κλωτσοπατινάδες εναλλάξ με καυτό μολύβι, ή πανηγύρι για να βγάζει ωραίες σέλφι ο Χατζηστεφάνου.

Όσον αφορά, τώρα, στην αίσθηση που μπορεί να προκαλέσει ένα χρώμα, το ζήτημα είναι όντως τόσο πολυσύνθετο - το αναφέρει τούτο ο παρουσιαστής - ώστε ξεπερνά κατά πολύ τις δυνατότητες και ικανότητες ενός ατόμου μοναχού - και μάλιστα εξίσου αδαούς με την αφεντομουτσουνάρα μου. Όχι μόνο γιατί η αίσθηση του χρώματος μεταβάλλεται ή αλλοιώνεται από τον έναν άνθρωπο στον άλλο κι από τον άλλο πολιτισμό στον ένα, μ' ακόμη και γιατί το συναίσθημα του καθενός επηρεάζεται άμεσα και καταλυτικά κι απ' το ίδιο το σημαίνον. Ως εκ τούτου, η ίδια απόχρωση προσλαμβάνεται διαφορετικά όταν απεικονίζεται πάνω σε διαφορετικά αντικείμενα κι έτσι ένα κόκκινο αυγό δεν είναι το ίδιο με μια κόκκινη κουράδα κι ούτε ένας μπλε ήλιος είναι το ίδιο πράμα μ' ένα μπλουτζίν στην ίδια απόχρωση ή το πέλαγος το καλοκαίρι. Για το προκείμενο τώρα χρώμα δε θα 'ταν όντως μακριά απ' την αλήθεια, αν υποθέταμε - όπως και κάνουμε - πως το κίτρινο φίλτρο έχει συνδεθεί με τόπους που θεωρούνται όχι απλά ζεστοί κι ηλιόλουστοι, μα πολύ περισσότερο σκονισμένοι και βρώμικοι. Είναι τούτο ρατσιστικό; ρατσιστικό είναι μεγάλη και βαριά κουβέντα, είναι ωστόσο προκατειλημμένο στο βαθμό που θεωρούμε έναν οποιοδήποτε τόπο ομοιόμορφο, ως να 'ταν μόνον ετούτο ή το άλλο. Αλλά δε μπορούμε να μιλάμε από τη μία για τις καθόλα αληθινές παραγκουπόλεις και τις άθλιες συνθήκες διάφορων τόπων, όταν αρθρογραφούμε σε αριστερές φυλλάδες, μ' από την άλλη να καιροφυλακτούμε κάθε που εμφανίζεται κάποιος να το εκμεταλλευτεί τούτο εμπορικά. Τουλάχιστον ας τον κατηγορήσουμε για τους ορθούς λόγους, ας τον πούμε καπιταλιστή. Τι πρέπει, λοιπόν, να κάνει ένας σκηνοθέτης, ο οποίος θέλει να γυρίσει την ταινία του σ' ένα τέτοιον ακριβώς τόπο, αν όχι βρώμικο τουλάχιστον σκονισμένο και ζεστό;

Θα μου πείτε να μη βάλει φίλτρο ή να το χρησιμοποιεί με μέτρο, όχι με το μέτρο. Τώρα παιδιά, δεν είναι τίποτα σοβαρή τέχνη το «Extraction» και πολύ π' ασχοληθήκαμε μαζί της, αλλά παρόλα αυτά δε θα υποδείξουμε εμείς πώς και τι θα πράξει ο «καλλιτέχνης» με τα μέσα του. Προσοχή, όμως, εδώ η περιοχή είναι λεπτή: ο δημιουργός μπορεί να κάνει ό,τι του κατέβει με τις παλέτες του και λογαριασμό δε θα δώσει, παρεκτός κι αν αποκαλυφθούν βάσιμες υποψίες για συνειδητή προκατάληψη και πρόθεση βλάβης. Φυσικά, κάτι τέτοιο δε θίγεται ούτε ξώφαλτσα από κανέναν, είτε γιατί δεν απασχολεί κανέναν, είτε γιατί δεν υπάρχει το παραμικρό στοιχείο, έξω δηλαδή κι αν περνούσαμε τον σκηνοθέτη από δίκη. Για να δούμε πόσο υποκειμενικές είναι τελικά οι χρωματικές ερμηνείες, σε μένα δημιουργήθηκαν εντελώς διαφορετικά συναισθήματα από 'κείνα του Χατζηστεφάνου κι είναι γι' αυτόν ακριβώς το λόγο που, εν πρώτοις, εξεπλάγην ευχάριστα με την (δίχως αντίκρυσμα ωστόσο) υπόσχεση μιας διαφορετικής προσέγγισης. Γιατί μ' αρέσει και γουστάρω να επεκτείνομαι και ν' ακυρώνομαι. Άρρωστο έτσι; Προσωπικά, λοιπόν, ομολογώ πως κυριάρχησε περισσότερο ένα συναίσθημα νοσηρότητας, ναυτίας, διαρκούς απειλής και άγχους, πράγματα που είναι απολύτως σύμφωνα με τους σκοπούς της ταινίας κι ούτε στιγμή δεν ενισχύθηκε ή ανακινήθηκε κάποιος υποτιμητικός μηχανισμός απέναντι στους άγνωστους, μακρινούς εκείνους τόπους - τουλάχιστον στη βάση του χρώματος. Ο καθένας βγάζει από μέσα του ό,τι έχει περίσσεμα: εγώ το άγχος κι ο Χατζηστεφάνου την πολιτική αποδόμηση. Ποιος, λοιπόν, μπορεί να υποστηρίξει πως το ένα συναίσθημα είναι ορθότερο έναντι του άλλου; Μπορούμε να υποστηρίξουμε, ωστόσο, πως η δική μου ερμηνεία ενισχύει κι ενισχύεται περισσότερο απ' τις προθέσεις τις ταινίας, ενώ η άρειος ερμηνεία παλεύει να βγάλει κι από τη μυγα ξύγκι. Παρόλα αυτά δε την αντικρούω εντελώς, θέλω να καταδείξω μόνον πως μπορούν να υπάρχουν ταυτόχρονα πολλές κι αντιφατικές, μεταξύ τους, οπτικές και δε χρειάζεται να βιάζουμε τις καταστάσεις, προκειμένου να στήσουμε εκπομπή ή να φανερωθούμε μάστορες της φιλοσοφικής.

Ως ταινία δράσης, το «Extraction» είναι σημεία που τα σπάει και σε καθηλώνει! Σ' άλλα σημεία πάλι είναι παντελώς για τον πούτσο και μάλιστα καβάλα. Αισθητικά όμως είναι ο ορισμός της φτηνής υπερβολής και μάλιστα δίχως την παραμικρή επίφαση, πως δηλαδή γίνεται χρήση της υπερβολής προκειμένου να επιτευχθεί κάποιος ιδιαίτερος σκοπός που δε μπορεί διαφορετικά. Είναι νέτη και σκέτη χυδαιότητα. Πώς γίνεται όμως και πότε γίνεται μια δημιουργία χυδαία; Γίνεται, κατά την ταπεινή μου γνώμη, όταν περιορίζεται ή εξαντλείται στην ευκολία - εδώ εννούμε την αισθητική ευκολία. Γιατί να εντρυφήσεις στην αληθινή τέχνη της σκηνοθεσίας και του μοντάζ όταν μπορείς εκεί να πετάξεις ένα μουσταρδί φίλτρο και να τελειώνεις; Γιατί να κάτσει και να σπάσει τη γκλάβα του κανείς για το πώς σκηνοθετείται έντεχα η ατμόσφαιρα με τη χρήση του ήχου, του λόγου, του υπολογισμένου πλάνου, του κατάλληλου φωτός ή ό,τι άλλο, όταν η ταινία πρέπει να 'χει ολοκληρωθεί ως την ερχόμενη Τρίτη κι ο υπολογιστής σε φλερτάρει απ' τη γωνία, τάζοντας στους αφελείς σχεδόν τα πάντα και σχεδόν έτοιμα; Βάλε δυο ανθρώπους γυμνούς σ' ένα κρεβάτι, άνοιξε όλα τα φώτα κι έχεις στα σκαριά μια τσόντα, άνοιξε μόνο το πορτατίφ στο κομοδίνο κι έχεις μια ερωτική ταινία, γκρέμισε τους τοίχους γύρω ή βάλε το κρεβάτι στη μέση ενός πεδίου μάχης κι έχεις κάνει το πρώτο δειλό βήμα προς την Τέχνη. Η ταινία με την οποία ασχολούμαστε δεν είναι τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο από ένα πορνογράφημα δράσης. Σκοπός της δεν είναι - σε πρώτη, αφελή αντιμετώπιση - να μειώσει κανέναν, λαό ή άνθρωπο, πέραν από αυτή την ίδια την τέχνη του σινεμά σε απλή τεχνική. Θέλει μονάχα να σε κάνει να καυλώσεις και τίποτα περισσότερο. Και όπως είπαμε, στα σημεία το καταφέρνει.

Κι όμως, εκείνο που δεν πέρασε καν απ' το νου του Χατζηστεφάνου ή πέρασε μα προτίμησε την ευκολία του κιτρινισμού, είναι πως η ταινία μπορεί να χαρακτηριστεί ρατσιστική με χιλιάδες άλλους τρόπους, παρά με το χρώμα. Αυτά, βέβαια, μπορούμε να τα διαβάσουμε αναλυτικότερα σε διάφορες ιντερνετικές ενστάσεις που κυκλοφορούν ελεύθερα, αλλα μία που μου κίνησε το ενδιαφέρον είναι και τούτη , όπου καταλαβαίνουμε ότι το χρώμα είναι - πολύ σωστά - το τελευταίο πράγμα που θα 'πρεπε να μας απασχολεί, ανάμεσα σε τόσα σοβαρότερα ζητήματα.

No comments:

Post a Comment